Οι Θεωρίες Συνωμοσίας ως Στιγματισμένη Γνώση



Αν και η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη από συζητήσεις γύρω από τις θεωρίες συνωμοσίας, είναι αναγκαίο να αναφερόμαστε με σαφήνεια στο τι είναι θεωρίες συνωμοσίας και στο τι δεν είναι. Οι θεωρίες συνωμοσίας δεν είναι το ίδιο πράγμα με τις συνωμοσίες. Οι συνωμοσίες είναι πραγματικά μυστικά σχέδια, που καταστρώνονται και/η εκτελούνται από δυο ή περισσότερα άτομα. Οι θεωρίες συνωμοσίας, από την άλλη, είναι νοητικά κατασκευάσματα. Είναι τρόποι σκέψης, πρότυπα που προβάλλονται πάνω στο κόσμο για να δώσουν την εικόνα τάξης σε γεγονότα. Στην απλούστερη μορφή τους, οι θεωρίες συνωμοσίας μερικές φορές επιδιώκουν μόνο να εξηγήσουν ένα μεμονωμένο γεγονός, για παράδειγμα, μια συντριβή αεροπλάνου ή μια δολοφονία. Ωστόσο, πολλές θεωρίες συνωμοσίας είναι πολύ πιο φιλόδοξες και επιδιώκουν να προβάλουν τάξη (ακολουθία) σε ένα ευρύ φάσμα φαινομένων που μπορεί να περιλαμβάνουν ολόκληρες χώρες, ολόκληρες περιοχές, ή δεκαετίες ιστορίας. Αυτά τα νοητικά κατασκευάσματα λένε πως κάποια μικρή ή μεγάλη μυστική ομάδα έχει προκαλέσει, μέσα από ειδικά μέσα, δυνάμεις, ή χειραγωγήσεις, εμφανή και κακά γεγονότα των οποίων η πραγματική αιτία δεν είναι γνωστή στους ανθρώπους. Μόνο οι συνωμοσιολόγοι, με την πρόσβαση τους σε ειδική γνώση, θεωρείται πως ξέρουν την αλήθεια. Η πίστη αυτή στην κατοχή διαβαθμισμένης γνώσης τους μετατρέπει σε αυτοπροσδιορισμένη ελίτ, διαφοροποιημένη από αυτό που συχνά βλέπουν ως το αδαές, σαν κοπάδι δημόσιο. Είναι, πραγματικά, αυτή η αίσθηση κατοχής γνώσης που οι άλλοι στερούνται που αποτελεί μαξιλάρι ασφαλείας που προστατεύει μερικώς τους πιστούς από τις πιθανώς καταστροφικές συνέπειες των στοιχείων διάψευσης.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι θεωρίες συνωμοσίας είναι αντιδιαμετρικά αντίθετες σε σχέση με τις επίσημες ή καθιερωμένες εξηγήσεις. Κατά συνέπεια, αποτελούν εναλλακτικές ή αποκλίνουσες απόψεις. Ως τέτοιες, συγκρούονται με οποιαδήποτε διαθέσιμη ορθοδοξία πάνω στο ζήτημα. Ο βαθμός στον οποίο αποκλίνουν από αυτή την ορθοδοξία, καθορίζει το βαθμό στον οποίο θεωρούνται απαράδεκτες, άκυρες, ανόητες, ξεπερασμένες, ή επικίνδυνες. Αυτή η απόκλιση από την ορθοδοξία μπορεί να οδηγήσει στο να αγνοηθούν οι θεωρίες συνωμοσίας, αλλά πιο συχνά απορρίπτονται ενεργά.

Στιγματισμένη Γνώση

Επειδή οι θεωρίες συνωμοσίας έρχονται σε αντίθεση με κάποια μορφή ορθοδοξίας, βρίσκονται μέσα σε ένα πεδίο το οποίο αποκαλώ στιγματισμένη γνώση. Με το στιγματισμένη γνώση, εννοώ γνώση που αναφέρει πως έχει αγνοηθεί ή απορριφθεί από εκείνους τους θεσμούς στους οποίους βασιζόμαστε για την επιβεβαίωση τέτοιων ισχυρισμών. Αυτοί οι θεσμοί περιλαμβάνουν (αν και δεν περιορίζονται σε) πανεπιστήμια, τις ιατρικές και επιστημονικές κοινότητες, κυβερνητικές υπηρεσίες, μεγάλα καθιερωμένα μέσα, και σε κάποιες περιπτώσεις θρησκευτικές αρχές. Τέτοιοι θεσμοί προσφέρουν μορφές έμμεσης ή άμεσης «επικύρωσης» που ιδέες, δόγματα, ή ισχυρισμοί γύρω από γεγονότα μπορούν να στηριχθούν. Αυτοί οι ισχυρισμοί γνώσης που δεν περνούν τη διαλογή αποκτούν ένα είδος στίγματος, μια αμφισβήτηση εξαιτίας της αποτυχίας τους να αποκτήσουν θεσμική αποδοχή. Οι θεωρίες συνωμοσίας δεν είναι η μόνη μορφή στιγματισμένης γνώσης. Ένας μεγάλος αριθμός από άλλες ιδέες επίσης βρίσκεται μέσα στο πεδίο της στιγματισμένης γνώσης. Παραδείγματα αποτελούν την πίστη στην Ατλαντίδα, τα UFO, τις ανεπίτρεπτες θεραπείες καρκίνου, και την επικοινωνία με το υπερπέραν. Πέρα από την έλλειψη θεσμικής επιβεβαίωσης, ένα ακόμη καίριο χαρακτηριστικό της στιγματισμένης γνώσης είναι ο τρόπος με τον οποίο συνδέονται όσοι την πιστεύουν. Όσοι πιστεύουν σε ένα είδος στιγματισμένης γνώσης είναι πολύ πιθανόν να πιστεύουν ή τουλάχιστον να είναι δεκτικοί σε άλλες μορφές στιγματισμένες γνώσεις επίσης. Έτσι συνωμοσιολόγοι, επιπρόσθετα με την δημιουργία μιας δικής τους υποκουλτούρας, υπάρχουν σε μια ευρύτερη υποκουλτούρα πιστών σε άλλες μορφές στιγματισμένης γνώσης. Ο βαθμός στον οποίο οι συνωμοσιολόγοι, για παράδειγμα, έχουν προδιάθεση στο να δουν θετικά άλλες μορφές στιγματισμένης γνώσης πηγάζει από την νοοτροπία τους προς την αυθεντία.

Ο λόγος που οι πιστοί σε μια μορφή στιγματισμένης γνώσης είναι πιθανό να αποδεχτούν άλλες μορφές εντοπίζεται στο κοινό τους σκεπτικισμό γύρω από θεσμούς. Εκείνοι που τείνουν προς την στιγματισμένη γνώση τείνουν να είναι άτομα που είναι καχύποπτα γύρω από ορθοδοξίες, τους θεσμούς που τις προωθούν, και τις αρχές που αποτελούν αυτοί οι θεσμοί. Συχνά βλέπουν κάθε θεσμό ως κομμάτι ενός δικτύου αμοιβαία αλληλοϋποστηριζόμενων και αλληλεξαρτημένων στοιχείων, που καθένα από τα οποία είναι ύποπτο και που καθένα επιδιώκει να προστατέψει τα άλλα. Έτσι ιδέες που υποστηρίζονται από την ιατρική κοινότητα μπορεί να απορριφθούν, αλλά το ίδιο και πολιτικές ιδέες που υποστηρίζονται από κυβέρνηση και μέσα, στην πίστη πως όλα είναι κομμάτι του ίδιου ευρύτερου συμπλέγματος θεσμών, που ο καθένας προστατεύει τους άλλους από αμφισβήτηση.

Είναι λογικό, έτσι, όσοι πιστεύουν στις θεωρίες συνωμοσίας – ιδιαίτερα εκείνες οι θεωρίες που κάνουν εκτεταμένους ισχυρισμούς – θα κολλήσουν με άλλες στιγματισμένες ιδέες. Πράγματι, ο σκεπτικισμός με τον οποίο όσοι πιστεύουν σε στιγματισμένη γνώση, αντιλαμβάνονται τους θεσμούς επιβεβαίωσης της γνώσης, είναι ο ίδιος μια στοιχειώδης μορφή θεωρίας συνωμοσίας, καθώς αφήνει να εννοηθεί πως ίσως υπάρχει μια μεγάλης κλίμακας συνωμοσία για να εξαφανιστεί κάθε ιδέα στο πεδίο της στιγματισμένης γνώσης, είτε αφορούν την Ατλαντίδα, είτε τον Μεγαλοπόδαρο, την ελεύθερη ενέργεια, ή άλλες περιθωριακές ιδέες. Η αντίληψη τους για τους θεσμούς επιβεβαίωσης της γνώσης είναι έτσι, πως αποτελεί έναν ιστό από αμοιβαία αλληλοϋποστηριζόμενα κέντρα εξουσίας, με τα δικά τους ξεχωριστά μυστήρια, μυστικά, και ψέματα που θέλουν να προστατέψουν. Οι θεωρίες συνωμοσίας λένε πως αποκαλύπτουν κάποιο τμήμα αυτών τον διαπλεκόμενων ψεμάτων.

Η Κοινωνική Δομή της Στιγματισμένης Γνώσης

Παραδοσιακά, η στιγματισμένη γνώση διατηρούνταν μέσα σε μικρές, απομονωμένες κλίκες. Αυτή ήταν η συνέπεια του ότι είχε αποκλειστεί από τα πανεπιστήμια, τα καθιερωμένα μέσα, και άλλα βήματα. Υπήρχε σε περιθωριακά βιβλία, περιοδικά, και οργανώσεις, αλλά σπάνια μπορούσε να φτάσει στο γενικό κοινό. Ως αποτέλεσμα, υπήρχε ένα ξεκάθαρο όριο μεταξύ αυτού που ήταν αντιληπτό ως το «περιθώριο» και αυτού που ήταν αντιληπτό ως το «περιθώριο» και αυτού που ήταν αντιληπτό ως «καθιερωμένο». Αυτό το όριο διατηρήθηκε από διάφορους μηχανισμούς με την μορφή υπεύθυνων προγράμματος σπουδών στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αρχισυντάκτες στα μεγάλα μέσα, και άλλους με την ευθύνη του να λαμβάνουν αποφάσεις γύρω από το πιο περιεχόμενο συμπεριλαμβάνονταν και ποιο αποκλείονταν. Περιστασιακά μόνο αυτό το όριο υποχωρούσε υπέρ των θεωριών συνωμοσίας, κυρίως με την έκρηξη τέτοιων θεωριών γύρω από την δολοφονία το 1963 του προέδρου John F. Kennedy. Ωστόσο, το όριο σε μεγάλο βαθμό παρέμενε άθικτο. Είναι σαφές και απόλυτα κατανοητό.

Οι θεωρίες συνωμοσίας ήταν, υπό μια έννοια, διπλά στιγματισμένες, γιατί στιγματίζονταν μια φορά με βάση την απόρριψη του ισχυρισμού τους πως αποτελούν έγκυρη γνώση, και στιγματίζονται ξανά με το να μετατρέπονται σε κομμάτι του κοινωνικού περιθωρίου. Βιβλία και περιοδικά γύρω από αυτές είναι δύσκολο να βρεθούν. Γενικά, ωθούνται προς τα περιθώρια. Αν και όχι αόρατες, είναι τουλάχιστον στις σκιές. Ωστόσο, αυτή η περιγραφή μπορεί να μην μοιάζει πως ταιριάζει στην σύγχρονη πραγματικότητα. Αυτό γιατί η περιγραφή αυτή ισχύει μόνο για την περίοδο μέχρι και περίπου ως το 1990. Μετά από αυτό το σημείο, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει με όλο και αυξανόμενη ταχύτητα.

Η Διάβρωση του Ορίου

Με αρχή τις αρχές και τα μέσα της δεκαετίας του 1990, το σαφές όριο μεταξύ περιθωρίου και καθιερωμένου άρχισε να διαβρώνεται, με σημαντικές συνέπειες για τις θεωρίες συνωμοσίες. Η διάβρωση αυτή είναι αποτέλεσμα ενός συνδυασμού τεχνολογικών και κοινωνικο-πολιτικών παραγόντων.

Οι τεχνολογικοί παράγοντες έχουν γίνει τόσο ξεκάθαροι που χρειάζονται ελάχιστη ανάλυση. Ξεκίνησαν με την ανάπτυξη του Διαδικτύου στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και συνέχισε με την ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων. Σήμερα έχουν δημιουργήσει ένα μιντιακό περιβάλλον που έχει τρία χαρακτηριστικά: Πρώτα, πρόσφερε μια πανίσχυρη εναλλακτική στο υπάρχον σύμπλεγμα εφημερίδων, τηλεόρασης, και περιοδικών. Δεύτερο, επέτρεψε σε άτομα να δημιουργήσουν μιντιακές πλατφόρμες πρακτικά δίχως επένδυση κεφαλαίου. Τρίτο, εξουδετέρωσε τους παραδοσιακούς μηχανισμούς φιλτραρίσματος περιεχομένου.

Η εξουδετέρωση των μηχανισμών φιλτραρίσματος ήταν ιδιαίτερα σημαντική για την διάδοση των θεωριών συνομωσίας στο Διαδίκτυο. Υλικό που συστηματικά αποκλείονταν από καθιερωμένα δίκτυα και κατά συνέπεια υποβιβάζονταν σε υποκουλτούρες τώρα μπορούσαν να βρεθούν με ένα κλικ του ποντικιού. Ιδέες του πιο παράξενου και απόκρυφου είδους όχι μόνο εμφανίζονταν στον Ιστό· αναδημοσιεύονταν πολλαπλές φορές, και η αναδημοσίευση τους σε πολυάριθμες ιστοσελίδες τους έδωσε την αίσθηση της εγκυρότητας, μεταφέροντας ένα είδος ψευδούς επιβεβαίωσης.

Αν η συνωμοσιολογία είχε παραμείνει απλά ένα δημιούργημα του διαδικτύου, η επέκταση του σε ένα ολόκληρο ηλεκτρονικό κόσμο δεν θα είχε τόσο μεγάλη επίπτωση. Ωστόσο, καθώς το Διαδίκτυο εξελίχθηκε σε μια σημαντική μορφή επικοινωνίας, η λειτουργία του ως μέσο για την διάδοση θεωριών συνωμοσίας άρχισε να εμφανίζει μερικά σημαντικά χαρακτηριστικά. Εμφανέστερα, οι ιδέες που στο παρελθόν θα είχαν φτάσει μόνο στα μικρά κοινά των συνωμοσιολογικών εκδόσεων και μεταμεσονύκτιων ραδιοφωνικών εκπομπών, τώρα μπορούσαν δυνητικά να φτάσουν σε πολλούς περισσότερους. Λιγότερο εμφανώς, έγινε ξεκάθαρο πως μόλις περιθωριακές ιδέες εμφανίζονταν στο Δίκτυο, μπορούσαν να μεταφερθούν στα καθιερωμένα μέσα.

Αυτή η μετακίνηση συχνά υποβοηθούνταν μέσα από την διαδικασία πολλαπλών αναρτήσεων, στις οποίες μια ιδέα ταξίδευε από ιστοσελίδα σε ιστοσελίδα. Οι πολλαπλές αναρτήσεις όχι μόνο πρόσφεραν μια ψευδο-επιβεβαίωση (αν μια ιδέα εμφανίζονταν σε τόσο πολλά μέρη, οι αναγνώστες μερικές φορές πίστευαν πως έπρεπε να είναι αλήθεια)· οι πολλαπλές αναρτήσεις σταδιακά κατόρθωναν να επικυρώνουν μια περιθωριακή ιδέα. Αυτό γίνονταν αν στην διαδικασία της αναδημοσίευσης ενός μηνύματος αυτό τελικά κατέληγε να επιλεχθεί από πιο ορατά ή πολύ πιο γνωστά ψηφιακά μέσα. Μόλις γίνονταν αυτό, η «κηλίδα» της προέλευσης του ξεπλένονταν, και αυτό, με τη σειρά του, επέτρεπε να μεταφερθεί σε καθιερωμένα μέσα. Έτσι η αλυσίδα τελειώνει με το μήνυμα να επανεμφανίζεται τελικά σε μια μεγάλη εφημερίδα, τηλεοπτικές ειδήσεις, ή σε μια παρόμοια αναφορά.

Οι κοινωνικοί παράγοντες που λειτουργούν είναι διττοί: Πρώτα, μια γενική καχυποψία για την αυθεντία οδηγούν σε μεγαλύτερη προθυμία να αντιμετωπιστούν με συμπάθεια μη-ορθόδοξες θέσεις για γεγονότα. Αυτός ο σκεπτικισμός τροφοδοτήθηκε εν μέρει από την αυξημένη κυβερνητική μυστικότητα και την αντίδραση που ακολούθησε αποκάλυψη της επίσημης παραπλάνησης και παρατυπίας. Η δικαιολόγηση στην οποία αυτό οδήγησε πήρε την μορφή του ¨»Αν το έκαναν αυτό, τότε ίσως και εκείνα τα άλλα πράγματα πρέπει να είναι αλήθεια». Κατά συνέπεια, οι συνωμοσιολογικές ιδέες που κάποτε αγνοούνταν λαμβάνονταν σοβαρά υπόψιν. Ο άλλος παράγοντας περιλαμβάνει την ευρύτερη κοινωνία, και αυτό είναι η διείσδυση των θεωριών συνωμοσίας στην μαζική κουλτούρα.

Η συνωμοσιολογία έπαιζε πάντοτε έναν σημαντικό ρόλο στην μαζική ψυχαγωγία, αλλά σπάνια εμφανίστηκαν τόσα πολλά παραδείγματα τα οποία οι θεωρίες συνωμοσίες είναι κεντρικές και στα οποία η δομή και το περιεχόμενο των θεωριών που εντοπίζονται σε μεγάλο τμήμα της συμβατικής ψυχαγωγίας, να μοιάζουν τόσο έντονα με εκείνες που εντοπίζονταν ως τώρα μόνο στο περιθώριο. Παραδείγματα περιλαμβάνουν την ταινία του Mel Gibson Θεωρίες Συνωμοσίας (1997)· το τηλεοπτικό πρόγραμμα The X-files, το οποίο πρόκειται να επαναληφθεί· και φυσικά, τα ιδιαίτερα μεγάλα μπεστ σέλερ του Dan brown, μεταξύ τους Ο Κώδικας Ντα Βίντσι, Άγγελοι & Δαίμονες, και Το Χαμένο Σύμβολο. Ενώ είναι σημαντικό πως όλα αυτά τα τεχνουργήματα της μαζικής κουλτούρας εμφανίστηκαν, αυτό που είναι ακόμη σημαντικότερο είναι πως είναι ιδιαίτερα δημοφιλή. Ξεκάθαρα έχουν συνδεθεί με κάποια ανάγκη ή δεκτικότητα στο ευρύτερο κοινό. Αν κάποιος αναλογιστεί, για παράδειγμα, τα μυθιστορήματα τυο Dan Brown, δεκάδες ακόμη και εκατοντάδες βιβλία μαζικής κατανάλωσης, εκδίδονται κάθε χρόνο από σχετικά άγνωστους συγγραφείς, δίχως κάποια διεκδίκηση λογοτεχνικής αξίας. Το ότι ο Brown κατόρθωσε να το πετύχει αυτό όχι μια φορά αλλά αρκετές φορές, δεν μαρτυρά τόσο την ικανότητα του σαν συγγραφέας, αλλά το γεγονός πως απαντά σε κάτι στα μυαλά των πιθανών αναγνωστών.

Αυτός ο συνδυασμός τεχνολογικών και κοινωνικο-πολιτικών παραγόντων έχει οδηγήσει στην διάβρωση αυτού που κάποτε ήταν ένα ξεκάθαρο και ακλόνητο όριο μεταξύ του περιθωρίου και του καθιερωμένου. Εκεί που κάποτε οι περιθωριακές ιδέες ήταν περιορισμένες σε απομονωμένες υποκουλτούρες, τώρα έχουν περάσει μέσα από αυτό το όριο και έχουν γίνει μέρος του καθιερωμένου, μια διαδικασία που αποκαλώ, κανονικοποίηση του περιθωρίου. Το όριο φυσικά δεν έχει γίνει εντελώς διαπερατό. Πολλές περιθωριακές ιδέες παραμένουν εκεί που ήταν, με ελάχιστη πιθανότητα να μετακινηθούν στο καθιερωμένο. Αλλά αρκετές το έχουν κάνει έτσι ώστε η κάποτε κάθετη διάκριση μεταξύ των δυο πεδίων έχει ξεθωριάσει. Ένας σημαντικός και όλο και αυξανόμενος αριθμός αυτών που κάποτε θα είχαν θεωρηθεί περιθωριακά μοτίβα βρίσκουν το δρόμο τους προς κανάλια που φτάνουν σε μαζικά ακροατήρια. Ως αποτέλεσμα, υλικό από το πεδίο της στιγματισμένης γνώσης έχει εισέλθει στην καθιερωμένη κουλτούρα, και στην πορεία αποστιγματοποιείται

Πολιτικές Συνέπειες

Οι εξελίξεις αυτές μπορεί να απορρίπτονται ως ασήμαντες αν δεν υπήρχε η πιθανή επίδραση τους στην πολιτική. Ενώ τα παραδείγματα που θα αναφερθούν σύντομα να είναι αμερικάνικα, δεν υπάρχει κάποιος λόγος να πιστεύω πως το αμερικάνικο πολιτικό σύστημα είναι το μοναδικό που επηρεάζεται από την κανονικοποίηση του περιθωρίου. Πραγματικά, κάθε κοινωνία που επηρεάζεται ιδιαίτερα από το Διαδίκτυο και τα κοινωνικά μέσα και στις οποίες ο σεβασμός προς την αυθεντία έχει μειωθεί είναι πιθανό να παρουσιάσει τα ίδια συμπτώματα. Μόλις οι θεωρίες συνωμοσίας γίνουν τυπικές μορφές εξήγησης, η μετακίνηση τους στο πολιτικό διάλογο είναι απλά ζήτημα χρόνου.

Τα δύο παραδείγματα είναι εντελώς διαφορετικά, αν και τα δύο έλαβαν τουλάχιστον κάποιας μορφής εθνικής προσοχής. Επίσης αυτό που τις ξεχωρίζει είναι πως σχεδόν σίγουρα δεν θα είχαν φτάσει στην προσοχή του κοινού στην προ-ψηφιακή εποχή όταν θα είχαν παραμείνει απομονωμένες μέσα στο περιθώριο. Το πρώτο είναι η καλύτερα γνωστή εκτός Ηνωμένων Πολιτειών: ο ισχυρισμός πως ο πρόεδρος Barack Obama είχε δήθεν κρύψει το γεγονός πως είχε γεννηθεί εκτός χώρας, κάτι που θα τον απέκλειε συνταγματικά από το προεδρικό αξίωμα. Παρά την απόλυτη απουσία κάθε απόδειξης για την στήριξη αυτού του ισχυρισμού, εξαπλώθηκε στο διαδίκτυο. Είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια η πρώτη ψηφιακή του αναφορά. Ωστόσο, μια από τις πιο πρώιμες εμφανίστηκε το 2004, όταν ο Obama εκλέχθηκε στην Σύγκλητο. Πολλές περισσότερες εμφανίστηκαν τέσσερα χρόνια αργότερα όταν κέρδισε την πρώτη του θητεία ως πρόεδρος. Είναι πολύ πιθανόν πως η ιστορία, με τον ισχυρισμό πως μια συνωμοσία είχε εκτελεστεί για να καλυφθεί η «αλήθεια», μπορεί να παρέμενε στο Διαδίκτυο, αν δεν υπήρχε μια μεταμορφωτική μεταβολή. Στην διαδικασία της μεταπήδησης της ιστορίας από σελίδα σε σελίδα – ένα παράδειγμα πολλαπλών δημοσιεύσεων – την πήρε η ιστοσελίδα που διατηρείται από το National Review, ένα σημαντικό και έγκυρο συντηρητικό περιοδικό, όπου ήταν το αντικείμενο δύο άρθρων. Αυτά τα άρθρα όχι μόνο προώθησαν την ιστορία αλλά και της έδωσαν μια ψευδο-εγκυρότητα.

Αυτή η ψευδοεγκυρότητα επέτρεψε την αποκαλούμενη υπόθεση του πιστοποιητικού γέννησης να μεταπηδήσει στην έντυπη και τηλεοπτική δημοσιογραφία. Ανάμεσα σε εκείνους που στην συνέχεια που έλεγαν πως ίσως είχε κάποια αξιοπιστία ήταν ο Donald Trump, που αργότερα εμφανίστηκε ως σοβαρός διεκδικητής του προεδρικού χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων για το 2016 (ΣτΜ: το άρθρο γράφτηκε πριν να κερδίσει ο Trump το προεδρικό χρίσμα). Ανάγκασε επίσης τον Λευκό Οίκο να αρχίσει να παρουσιάζει πιστοποιητικά γέννησης για να απαντήσει σε κατηγορίες περί ξενικής καταγωγής, προσφέροντας παραδόξως εγκυρότητα σε αυτό κάποτε δεν ήταν παρά περιθωριακή φήμη.

Η άλλη περίπτωση περιθωριακής πολιτικής ιστορίας που μπήκε στη κανονικότητα είναι λιγότερο γνωστή εκτός Ηνωμένων Πολιτειών. Αφορούσε μια στρατιωτική άσκηση με όνομα «Jade Helm 15», που οργανώθηκε από την Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων του Στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών στις νοτιοδυτικές Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ 15 Ιουλίου και 15 Σεπτεμβρίου 2015. Η Jade Helm έγινε το σημείο αναφοράς ενός τρομερού αριθμού θεωριών συνωμοσίας που μεταδόθηκαν μέσω του διαδικτύου, μερικές μόνο από τις οποίες θα αναφερθούν εδώ. Μεταξύ τους ήταν οι παρακάτω: πως η άσκηση ήταν το πρελούδιο για την επιβολή στρατιωτικού νόμου· πως το κλείσιμο των καταστημάτων της Walmart στην περιοχή της άσκησης έγινε για να διευκολύνει την μετατροπή τους σε κέντρα κράτησης· και πως τα καταστήματα της Walmart ήταν στην πραγματικότητα είσοδοι για ένα μυστικό κυβερνητικό σύμπλεγμα τούνελ που διατηρούσε το Τμήμα Εσωτερικής Ασφάλειας και η Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας. Υπάρχουν πολύ περισσότερες αλλά αυτές δίνουν μια αίσθηση του είδους τους.

Αυτό που διακρίνει τις θεωρίες συνωμοσίας γύρω από την Jade Helm από πολλές άλλες είναι πως στις αρχές του Μαΐου 2015, ο Κυβερνήτης του Τέξας, Gregg Abott, έδωσε οδηγίες στον διοικητή της Εθνοφρουράς του Τέξας να παρακολουθεί την άσκηση. Έδωσε ως εξήγηση πως ήταν «σημαντικό οι Τεξανοί να γνωρίζουν πως η ασφάλεια, τα συνταγματικά δικαιώματα, η ιδιωτική ιδιοκτησία και οι πολιτικές ελευθερίες δεν θα παραβιαστούν» αυτή ήταν μια ασυνήθιστη δράση όταν κάποιος διαπιστώνει πως ένας Αμερικάνος επίσημος θεώρησε αναγκαίο να παρατηρεί και να επιβλέπει τον αμερικάνικο στρατό να δρα σε αμερικάνικο έδαφος, πιθανώς ως αντίδραση στις θεωρίες συνωμοσίας που εξαπλώνονταν αστραπιαία στο διαδίκτυο. Μόλις ο κυβερνήτης Abbott έδρασε, η ιστορία πέρασε σε κάθε καθιερωμένο ειδησεογραφικό κανάλι, τόσο έντυπο όσο και ηλεκτρονικό.

Η ιστορία του πιστοποιητικού γέννησης και της Jade Helm ξεκινούν και οι δυο με περιθωριακά χαρακτηριστικά και έτσι κατοικούν στο ίδιο πεδίο σύμπαν στιγματισμένης γνώσης. Ωστόσο αποκλίνουν με τους όρους που άφησαν αυτό το σύμπαν και υπέστησαν τουλάχιστον μερική «ωραιοποίηση» ώστε να μπουν στο καθιερωμένο. Πριν το Διαδίκτυο, η ιστορία του πιστοποιητικού γέννησης θα είχε παραμείνει μια περιθωριακή ιστορία, απομονωμένη σε μια μικρή υποκουλτούρα. Ήταν μια μοναδική θεωρία συνωμοσίας, μιλώντας για μια ασαφή συνωμοσία που υπήρχε για αποκρύψει την πραγματική καταγωγή του προέδρου. Αυτό που έκανε δυνατή την κανονικοποίηση της ήταν η σταδιακή μετακίνηση της σε ένα σχετικά υψηλού κύρους ιστότοπο που της έδωσε αρκετή εγκυρότητα ώστε καθιερωμένες εκδόσεις και τηλεοπτικοί ειδησεογραφικοί οργανισμοί αισθάνθηκαν άνετα να την αναφέρουν. Η υπόθεση της Jade Helm είχε διαφορετική δυναμική. Αρχικά, περιλάμβανε πολλαπλές θεωρίες συνωμοσίας η κάθε μια από τις οποίες έμοιαζε απίθανη εξαρχής, ξεκινώντας με τον επικείμενο στρατιωτικό νόμο. Και αυτές πιθανώς να είχαν μείνει το προνόμιο μιας μικρής υποσέκτας πιστών. Η κανονικοποίηση τους διευκολύνθηκε έμμεσα από τις πράξεις του κυβερνήτη, που ουσιαστικά δεν αναφέρθηκε σε καμιά από αυτές όταν διέταζε το διοικητή της εθνοφρουράς να έχει το νου του στις ασκήσεις. Ωστόσο, πολλές από τις αναφορές στις ειδήσεις των πράξεων του περιλάμβαναν περιλήψεις των θεωριών συνωμοσίας ως τα πιθανά αίτια της συμπεριφοράς του Abbott, και δίχως την πράξη του, οι θεωρίες συνωμοσίας δεν θα είχαν φτάσει ποτέ σε ευρύτερο κοινό.

Συμπέρασμα

Οι θεωρίες συνωμοσίας σήμερα διαχέονται ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι σε οποιαδήποτε προηγούμενη εποχή. Ενώ υπάρχουν πολιτικά σημαντικά παραδείγματα, όπως το πιστοποιητικό και η υπόθεση της Jade Helm που αναφέρθηκαν πιο πάνω, δεν είναι ξεκάθαρο ποια θα είναι η επίπτωση από την κανονικοποίηση του περιθωρίου. Η αυξημένη διαπερατότητα του ορίου που χωρίζει το περιθώριο από το καθιερωμένο μπορεί να έχει δυο πολύ διαφορετικές μεταξύ τους επιπτώσεις.

Από την μια, η πιο συχνή παρουσία των συνωμοσιολογικών μοτίβων στην καθιερωμένη κουλτούρα μπορεί να λειτουργεί απλά για την κανονικοποίηση τους. αυτό μπορεί να είναι το αποτέλεσμα της μετακίνησης τους σε ταινίες, τηλεόραση, και μαζική λογοτεχνία. Αν φτάσουν να αντιμετωπίζονται σαν κάτι ελάχιστα σημαντικότερο από τεχνάσματα της πλοκής, είναι δυνατό να είναι λιγότερο ανοιχτές στο να ληφθούν σοβαρά. Μπορεί να αντιμετωπιστούν ως κάτι περισσότερο από έξυπνα τεχνάσματα για την ενίσχυση απίθανων ιστοριών.

Από την άλλη, η συσχέτιση τους με τις καθιερωμένες πολιτισμικές πλατφόρμες επίσης δίνει ένα είδος εγκυρότητας. Κάνει την έκφραση τους κοινωνικά αποδεκτή, ακόμη και αν δεν στηρίζονται ενεργά. Αυτό μπορεί να οδηγήσει να εμφανιστεί η συνωμοσιολογία ως μια αποδεκτή μορφή εξήγησης, ένας τρόπος τόσο για την κατανόηση του κόσμου όσο και ερμηνείας του πολιτικού περιβάλλοντος. Οι πολλές εκδοχές πάνω στην συνωμοσιολογία που προσφέρει το Διαδίκτυο επιτρέπει την ύπαρξη άπειρων επιλογών ανα-διαμόρφωσης της αντίληψης του κόσμου.

Είναι η δεύτερη εναλλακτική, φυσικά, που είναι η πιο ανησυχητική, γιατί αν η κανονικοποίηση οδηγήσει σε αυτή την κατεύθυνση, περισσότεροι άνθρωποι μπορεί να σκέφτονται το κόσμο όχι με όρους αλλαγών που μπορούν να επιτευχθούν από τους ίδιους, αλλά ως κάτι που είναι το πεδίο ενός μυστηριώδους «εκείνοι» – η σέχτα της οποίας η κρυφή εξουσία θεωρητικά ασκεί όλο τον πραγματικό έλεγχο. Κατά συνέπεια, τόσο άτομα όσο και οργανωμένες ομάδες γίνονται αδύναμα και πολιτικά ασήμαντα. Γίνονται απλά παθητική αντικείμενα προς εκμετάλλευση από τους συνωμότες.

Αυτή η μετατόπιση από ενεργό παράγοντα σε παθητικό αντικείμενο μπορεί επίσης να συνοδεύονται από μια έρευνα για αποδιοπομπαίους τράγους, εκείνους που θεωρούνται πως είναι οι σύμμαχοι των συνωμοτών, οι μπράβοι, ή οι συνεργάτες. Αυτή είναι μια από τις πιο ανησυχητικές πτυχές των παλιών θεωριών συνωμοσίας, και αν καταλήξει να συνδεθούν με τις σύγχρονες ηλεκτρονικές επικοινωνίες, απλά θα εξαπλωθούν σε μεγαλύτερη έκταση και πιο γρήγορα. Αν οι συνωμότες θεωρείται πως είναι κρυμμένοι και αόρατοι – όπως λένε οι περισσότερες θεωρίες συνωμοσίας – τότε ο θυμός εκείνων που πιστεύουν πως είναι οι στόχοι των συνωμοτών εύκολα μετατοπίζεται προς εκείνους που είναι ορατοί και λέγεται πως εκτελούν το έργο της συνωμοσίας.

Όλα αυτά λένε πως καθώς το περιθώριο μπαίνει όλο και περισσότερο στο καθιερωμένο, με την στιγματισμένη γνώση να γίνεται «απαλλαγμένη» από τα στίγματά της, μπορεί να αντιμετωπίσουμε μια πιο επικίνδυνα ευμετάβλητη και πολωμένη πολιτική.

Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Diogenes.

Ο Michael Barkun είναι συγγραφέας και καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Σίρακιουζ της Νέας Υόρκης. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας
SHARE

Γιώργος Χρηστάκης

Welcome.

  • Image
  • Image
  • Image
  • Image
  • Image
    Blogger Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου