Στο bar



Το κείμενο αυτό το έγραψα πριν λίγα χρόνια.... όχι ότι άλλαξαν και πολλά από τότε....

Χθες αργά το βράδυ πέρασα για ένα ποτό από το Β., ένα πολύ γνωστό σημείο συγκέντρωσης της Αθήνας. Το μαγαζί για να ακριβολογώ είναι ένα εναλλακτικό bar με ποιότητα και άπειρες παρουσίες διάφορων δρώμενων που με μεγάλη επιτυχία φιλοξένησε στον χώρο του στην πορεία όλης της φιλόξενης ιστορίας του, που δικαίως το έχουν καταχωρήσει ως ένα σημαντικό χώρο art ψυχαγωγίας στη συνείδηση των επισκεπτών του.


Μπαίνοντας με την παρέα μου στο μαγαζί μας υποδέχθηκε ο κατά άλλα συμπαθέστατος ιδιοκτήτης του, Ν.Λ., δίνοντάς μας ένα κείμενο συστήνοντάς μας να το διαβάσουμε με προσοχή. Ανασκουμπωθήκαμε λοιπόν για να ρουφήξουμε το περιεχόμενό του.


Λέξη πρώτη «Κ....», για να ακολουθήσει ένα ευθυμογράφημα το οποίο ούτε λίγο ούτε πολύ, μοναδικό στόχο είχε να μας πείσει πως πρέπει να αρχίσουμε το τσιγάρο, μιλώντας για δικαιώματα, άκουσον άκουσον, αυτοκαθορισμού και «διαφορετικότητας», αναδεικνύοντας το τσιγάρο ως το μέσο αυτοκαθορισμού της ανθρώπινης ύπαρξης, και παράγοντα χαρακτηρισμού της διαφορετικότητας.


Δεν πρόκειται να μπω στις λογικές της διαμάχης καπνιστών και μη καπνιστών γιατί θεωρώ πως το δικαίωμα αυτού που καπνίζει και δεδομένο αλλά και αυτονόητο είναι αρκεί βέβαια να μην υποχρεώνει κανένα άλλο να καπνίσει μαζί του, παραβιάζοντάς τον καταλυτικά και καθ’ ολοκληρίαν, αφαιρώντας του μάλιστα κάθε δικαίωμα αντίδρασης πλην αυτού της φυγής του, η αλλιώς την βίαιη κατάληψη της θέσης του δια της μεθόδου του εκτοπισμού, από τον καπνίζοντα.


Επειδή είδα στο κείμενο πως ανασύρθηκε ακόμη και η «Ποτοαπαγόρευση» ως μοχλός πειθούς, σαν τα μεγέθη να ήταν συγκρίσιμα, και προσπαθώντας να επεξεργασθώ την λογική αυτής της σκέψης ήρθε στο μυαλό μου η εικόνα δύο φίλων σ’ ένα μπαρ που ένας έπινε αλλά δεν κάπνιζε κι άλλος κάπνιζε αλλά δεν έπινε. Η συγκρισιμότητα των δύο καταστάσεων και στην προσπάθεια ταύτισής τους όπως απαιτεί να την επιβάλλει το κείμενο, έφερε στο μυαλό μου μια δεύτερη εικόνα στην σκηνή με τους δύο φίλους. Ο ένας λοιπόν κάπνιζε και ξεφυσούσε τον καπνό του στο πρόσωπο του συνομιλητή του και ο άλλος έπινε και έριχνε το ποτό του στο πρόσωπο του άλλου, μέσα βέβαια σε μια περιχαρή ατμόσφαιρα ισοτιμίας και κατανόησης.


Θα μπορούσαν να ανασυρθούν και πολλά ακόμη ευφυολογήματα, του τύπου «παγκοσμιοποίηση σημαίνει εξοικείωση και συμφιλίωση με τη διαφορετικότητα. Αλίμονο αν τα σύνορα των κρατών πέφτουν για να υψωθούν σύνορα εντός των κρατών που θα περιθωριοποιούν όσους διαφέρουν», προσδίδοντας έτσι στον καπνιστή την ταυτότητα του διαφορετικού και του περιθωριοποιημένου.


Στην είσοδο μάλιστα του μαγαζιού υπάρχει αναρτημένη και μια αφίσα η οποία απαγορεύει την είσοδο στο μαγαζί στους μη καπνίζοντες. Μόλις την είδα λοιπόν ήρθε μια άλλη εικόνα στο μυαλό μου. Φαντάσθηκα τον εαυτό μου να μπαίνει στο μαγαζί, να ανάβει (αναγκαστικά) τσιγάρο και καπνίζοντας μανιωδώς να ανεβαίνω τις σκάλες για να φθάσω εξουθενωμένος στον τρίτο όροφο του χώρου (μιας και ο βαθμός δυσκολίας ανάβασης ορόφων με σκάλες χρησιμοποιώντας πατερίτσες είναι αρκετά αυξημένος). Εκεί θα με περίμενε μια φιάλη ιατρικού οξυγόνου χρήσιμη για την επιβίωσή μου την συγκεκριμένη στιγμή που αφού θα την ρουφούσα απολαυστικά, θα έσπευδα να ανάψω ένα ακόμη τσιγάρο για να μην με πετάξουν έξω από το μαγαζί. Όταν σκέφθηκα δε την κατάβαση ήρθε κι άλλη μια εικόνα στο μυαλό μου.


Επειδή παρά την επιτυχή αναρρόφηση του οξυγόνου οι δυνάμεις που θα μου είχαν απομείνει δεν θα ήταν αρκετές για να υποστηρίξουν επαρκώς και ασφαλώς την κατάβαση, φαντάσθηκα τον εαυτό μου, στις πλάτες πρόθυμου άνδρα, ως αναρριχώμενο η ως τσουβάλι, να κατεβαίνει με ορμή εν μέσω αγκομαχητών του άτυχου πρόθυμου άνδρα αλλά και της δυσφορίας που θα του προκαλούσε η παρ’ ολίγον επαφή ή η επαφή του σβέρκου και των μαλλιών του με το σπινθηρίζον τσιγάρο, που μανιωδώς θα κάπνιζα, πειθαρχώντας έτσι στους κανόνες του χώρου.


Αυτές και άλλες εικόνες ήρθαν στο μυαλό μου που τις υποδέχθηκα μ’ ένα διακριτικό χαμόγελο, που γρήγορα όμως εξαφανίσθηκε όταν άρχισα να σκέπτομαι πόσο αφελείς γινόμαστε εμείς οι άνθρωποι και πόσο εύπιστοι που τυφλωνόμαστε προκειμένου να αναδείξουμε μια προσωπική αδυναμία ή ανάγκη σε θεμελιώδες δικαίωμα της ύπαρξής μας, πόσο εγωιστές για να το κατοχυρώσουμε, λες και είναι στόχος ζωής, κλείνοντας αυτιά και μάτια , προσπερνώντας την πραγματικότητα. Την πραγματικότητα που λέει ότι βάζουμε στην άκρη ζωτικές ανάγκες συνανθρώπων μας, βιάζοντάς τους συστηματικά και με επιμέλεια (γιατί για βιασμό πρόκειται), απαγορεύοντάς τους την πρόσβαση σε αυτό όπως και σε τόσα άλλα μαγαζιά που κανείς ποτέ δεν σκέφθηκε η ίσως δεν θέλησε να εξασφαλίσει την κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή και να δημιουργήσει με τις απαραίτητες εργονομικές διευθετήσεις προσπελάσιμους χώρους για ανθρώπους που κινούνται με αμαξίδιο, η άλλα εμποδιζόμενα άτομα.


Ο φίλος Ν. όπως και οι εξέχοντες ακαδημαϊκοί τύπου Β. που όπως έμαθα είναι υποστηρικτής της αυτοδιάθεσης εκπεφρασμένης δια της του καπνού ομιχλοζούσης οδού, αντί με λεονταρισμούς και άλλων ευτράπελων να στηρίζουν την «Χάρτα του καπνού», θάταν καλό να ανοίγουν το στόμα τους και για άλλα ζητήματα που ας με συγχωρέσουν μα δεν χωράνε στην ίδια ζυγαριά όσο κι αν τα στριμώξουμε, κι έπειτα ας μιλήσουν όσο θέλουν για τσιγάρα κι αποτσίγαρα.


Μου ήρθε όμως κι άλλη μια εικόνα στο μυαλό.


Σας προκαλώ λοιπόν συμπαθέστατοι φίλοι ιδιοκτήτες και ακαδημαϊκοί, να αντιμετωπίσετε μερικούς οργισμένους νέους με αμαξίδιο που θα έχουν έρθει στο B. να ακούσουν διάλεξη του κ. Β. όχι στον τρίτο μα στον πρώτο όροφο του χώρου.


Τότε φίλε Ν. δείξε τους την αφίσα για τους καπνίζοντες, κι εσείς κ. Β. κάνετε τον κόπο να κατέβετε από τον πρώτο όροφο και αναπτύξτε τους τις θεωρίες περί αυτοδιάθεσης, αυτοδιαχείρησης και διαφορετικότητας.


Αν συνεχίσετε όμως να σκέφτεστε με τον ίδιο τρόπο το πολύ πολύ να τους κεράσετε κάνα τσιγαράκι.


Γιώργος
SHARE

Γιώργος Χρηστάκης

Welcome.

  • Image
  • Image
  • Image
  • Image
  • Image
    Blogger Comment

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου