Στα τόσα χρόνια που είμαστε τώρα εδώ σ’ αυτό τον τόπο, και τι δεν του ΄μαθα….
Πώς να μιλά, πώς να ΄χει μνήμη, πώς να κυνηγά, να στήνει την καλύβα του, να φυλάγεται απ’ τον άγριο άνεμο και τη δυνατή βροχή.
Του ουρανού τον Αποσπερίτη ν΄αναγνωρίζει, ν’ ακούει τη θαλάσσια σιωπή…
Στα πιο μεγάλα βάθη να βουτάει και να μιλά με την ανάσα του στο νερό.
Πως ν’ ανεβαίνει τις απότομες πλαγιές του έμαθα, και να κατεβαίνει, άλλοτε εξαντλημένος απ’ την προσπάθεια, κι άλλοτε έτσι για να πάρει λίγο πάνω του…
Το δηλητήριο του φιδιού που σε δάγκωσε δεν το φτύνεις όπου νάναι.. Γιατί τρυπώνει μουλωχτά στο χώμα… γλιστράει στα κρυφά, το παίρνει το νερό και το χύνει στη θάλασσα.
Και τότε ξεφυτρώνει εκεί απέναντι ένας βράχος άγριος, που δεν χωράει σε κανένα χάρτη… που κανένα καράβι δεν μπορεί να δει.
Τέτοια και άλλα σ’ αυτό τον τόπο του ΄μαθα…
Προσκυνητής ταπεινός μπροστά στο σώμα, τα ίχνη πάνω στο δέρμα να διαβάζει.
Να τρυπώνει ανάμεσα στην πιο μικρή αιχμή, εκεί που στέλνει τη στιγμή της σωτηρίας τις αχτίνες του ο μέσα ήλιος.
Μιας σωτηρίας που έμοιαζε με γενική θανάτου δοκιμή…. Κι ήταν σα να δανείζονται οι διαβόλοι για λίγο την ψυχή σου…
Τόσα κι άλλα τόσα του μάθαινα…
Ώσπου μια μέρα κατάλαβα πως τίποτα δεν έμαθε από μένα… πως μόνος του διδάχτηκε την αβάσταχτη αυτονομία της πιο μεγάλης του αμαρτίας.
Μόνος του έμαθε την άγρια φύση της εντροπίας, και της αντιστάθηκε… για να συμμαχήσει τελικά μαζί της. Τούτη η γνώση θα τον πήγαινε στην κόλαση….
Άλλο δεν έχω να δηλώσω, και γράμματα άλλα δεν γνωρίζω….. είπε και πέταξε το σχοινί με τη δεμένη πέτρα στης λήθης το βαθύ πηγάδι, ο Ακάκιος ο μαθητής μου ο καλός.
Κάτι χωριανοί τρέξανε ξαναμμένοι, με φωναχτά και σπρωξίματα, να σύρουν πάνω το γάιδαρο τον αναχωρητή, που είχε πέσει στο πηγάδι..
Γιώργος Χρηστάκης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου